Διαβάζω προσεκτικά τις ανοιξιάτικες σκέψεις του Θεού
Διαβάζω προσεκτικά τις ανοιξιάτικες σκέψεις του Θεού
στα πολύχρωμα μοτίβα πάνω στα πόδια των βατράχων.
Τη δόνηση του Ομήρου μετά το τέλος του μεγάλου πόλεμου,
θαρρείς ποτήρι που κουδουνίζει από το πέρασμα βαριάς άμαξας.
Το κρανίο του Νεάντερταλ με το βαθούλωμα στο μέτωπο.
Και λέω: όλα αυτά υπήρχαν! όλα αυτά είναι μικρότερά μου!
1909
***
Οι ελέφαντες συγκρούστηκαν με τους χαυλιόδοντές τους
Λες κι είναι άσπρες πέτρες
Που τις χτυπά το χέρι του ζωγράφου.
Τα ελάφια πλέξανε τα κέρατά τους
Λες και τα ένωνε ένας αρχαίος γάμος
Με αμοιβαίες έλξεις και αμοιβαίες απιστίες.
Οι ποταμοί εισβάλανε στη θάλασσα
Λες και το χέρι του ενός
Να ‘πνιγε τον λαιμό του άλλου.
1911
Το ξόρκι του γέλιου
Ω, γελάστε γελάτορες!
Ω, αναγελάστε γελάτορες!
Με γέλωτα γελαστικό και με γελάσματα γελώντας,
Ω, εκγελάστε τα γελάσιμα!
Ω, γελωτοποιείστε – γελωτάριοι του γέλιου γελωτινοί!
Ω, γελωτοτροπήστε – όσοι γελασείοντες χαμογελάτε!
Γελαστερά, γελαστερά!
Γέλασε, καταγέλασε – γελοιαστές, γελοιαστές!
Γελωτιστές και γελιοκράτορες.
Ω, γελάστε γελάτορες!
Ω, αναγελάστε γελάτορες!
1908-1909