Παναγιώτης Ιωαννίδης, Ακάλυπτος

(Καστανιώτης, 2013)

γεμίζουμε τις τσέπες μας με βότσαλα1

Στην ποίηση (αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί) δεν πρέπει τίποτα να «περιγράφεται», ούτε να «δείχνεται» ούτε να «εκφράζεται»· το καθετί πρέπει μόνο να γράφεται: να γίνεται, να συμβαίνει – με λέξεις. Το ποίημα έχει μορφή, ρυθμό, έκταση, κεφάλι και ουρά που υπηρετούν αυτόν τον απλό αλλά σημαντικό σκοπό. Αλλιώτικα θα συνεχιζόταν αέναα, θα ανοιγόκλεινε τυχαία ή στο περίπου.

Η πλήρης ανταπόκριση του Ακάλυπτου του Παναγιώτη Ιωαννίδη στις πιο πάνω «αρχές» (ας μου συγχωρεθεί η συμβατική χρήση ενός όρου οιονεί κανονιστικού) διαγράφει και την απόσταση που έχει διανυθεί από την πρώτη ποιητική συλλογή του, Το σωσίβιο (Καστανιώτης, 2008), που εξερευνούσε με συνέπεια τις δυνατότητες μα δεν τις πετύχαινε ακόμα στο 100%. Ο Ακάλυπτος είναι κατασταλαγμένη ποίηση, από τον τίτλο μέχρι τον τελευταίο στίχο. Είκοσι πέντε ποιήματα, λίγο-πολύ ολιγόστιχα και με ρυθμό κατά βάση κοφτό, επιβεβαιώνουν το στιλ που ήδη από το Σωσίβιο ήταν ευδιάκριτο. Εδώ όμως το λιτό και το ακριβές της έκφρασης δεν είναι μόνο και δεν είναι κυρίως μια ιδιοσυγκρασιακή υφολογική επιλογή. Ο ποιητής έχει αφήσει κάπως πίσω του την ιδιοσυγκρασία (το πιο σωστό είναι να πούμε ότι την ενδύεται πλέον με φυσικότητα – κι ας αφήσουμε τη φαντασία μας ελεύθερη να υποθέσει πόσος κόπος και πόση αυτοπειθαρχία απαιτεί αυτό), για να πλάσει με ακρίβεια τις στιγμές, τις μορφές, τις ιστορίες που έχει να προτείνει.

Θα σταθώ στο «Η θλίψη πίσω από τα μάτια», ένα από τα πιο αξιόλογα ποιήματα που μου έτυχε να διαβάσω από ζώντες ελληνόγλωσσους ποιητές τα τελευταία χρόνια (το άλλο που μπορώ πρόχειρα να ανακαλέσω στη μνήμη μου είναι ο «Λιμός» από την ομότιτλη συλλογή της Δήμητρας Χριστοδούλου). Υπάρχει εδώ το επιτυχημένο χαρμάνι σκέψης και συναισθήματος, αυτοβιογραφίας/εξομολόγησης και σχολίου που, μέσω του ποιήματος, τρέπεται προσεκτικά σε συνθήκη γενικότητας. Υπάρχει χθες, υπάρχει το ποίημα ως «τώρα» και υπάρχει το τέλος του ποιήματος που σε φρενάρει όπως στο χείλος ενός γκρεμού – να αποκαλέσουμε άραγε «μέλλον» την άβυσσο; Οι στίχοι ξετυλίγονται ο ένας μέσα από τον άλλον – ο εναρκτήριος στίχος («Η θλίψη είναι ο δύσκολος λόγος») είναι, κατά συνέπεια, στίχος-κουκούλι που εγκυμονεί όσους έπονται. Είναι ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε τους πρώτους στίχους των στροφών που ακολουθούν, λειτουργώντας σαν ελικοειδές φερμουάρ, ανοίγοντας σιγά (αλλά αμείλικτα) το κουκούλι εκείνης της αρχικής θλίψης. Τι κρύβει λοιπόν μέσα της; «Σε περασμένη εποχή» μας λέει ο πρώτος στίχος της δεύτερης στροφής, «Ήταν κατασκευή άγνωστης αντοχής τρόπος» (πρώτος στίχος της τρίτης στροφής)· «Από τα μάτια πιάνεσαι κι ανεβαίνεις», αφηγείται προσεγγίζοντας κάποιο παρόν ο πρώτος στίχος της τέταρτης στροφής, όμως «Αλλεπάλληλα πλήγματα σε σταμάτησαν» και φτάνεις έτσι στο «Εξερευνώντας ό,τι μένει αδιάβατο» (πρώτος στίχος τελευταίας στροφής).

Ποιήματα μιας ελαφρύτερης διάθεσης τα «Κατά Εγγονόπουλον», «Κουνούπι», «Ο ποιητής στον διάδρομο», «Κινέζικη ταινία», «Η μύγα ψυχορραγεί», «Πνιγμένα», «Άγνωστο έντομο» συνιστούν αληθινές αναγνωστικές απολαύσεις. Τι τα θέλετε, είναι μεγάλη υπόθεση η κομψή αυτοσυγκράτηση, τουλάχιστον για μια μερίδα αναγνωστών που δεν επιθυμεί υποχρεωτικά να λάβει από την ποίηση άλλον μυστικισμό και άλλο θαύμα από την ποίηση την ίδια. Εύλογα τα ποιήματα που έπονται κλείνουν το μάτι στο παιδί, στην παιδική ηλικία, στη γάτα, που μοιράζονται με ευκολία και φυσικότητα το θαύμα που η ποίηση με τόσο κόπο επιτελεί. Συνεχίζουμε λοιπόν – κρύβοντας προσεχτικά το λαχάνιασμά μας. Έτσι μας θέλει ο Παναγιώτης Ιωαννίδης, αφού για το τέλος του βιβλίου σοφά επέλεξε μιαν «Άνοιξη»: Ξανά δυνατή μουσική / απ’ τ’ ανοιχτά παράθυρα / ξανά τα τραγούδια / του περσινού καλοκαιριού / ανυπόμονα

Μ. Τ.

11. Ο πέμπτος στίχος του πρώτου ποιήματος της συλλογής Εκδρομή.

About isidorou

everyday life, daydreaming, critique,fragments and theories, impossibilities, practices,false strategies, city slang

Discover more from [φρμκ]

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading