Παυλίνα Μάρβιν, Ιστορίες από όλο τον κόσμο μου (Κίχλη, 2016)

από την Κατερίνα Ηλιοπούλου

Στο εναρκτήριο κείμενο, με τίτλο «Νοσόκοσμος», διαβάζουμε για την περιπέτεια δύο παιδιών να θάψουν ανεπιτυχώς ένα περιστέρι, το οποίο αρνείται να παραμείνει άθικτο κάτω από το χώμα και πρέπει να ταφεί ξανά και ξανά. Το βιβλίο ξεκινάει, λοιπόν (ίσως γεννιέται;), με μία ταφή που αρνείται να είναι τέλος, και οδηγεί στην έρευνα, στην παρατήρηση της φθοράς, στην πίστη στο ανέφικτο, στη συνενοχή, στην επινόηση, στις μεταμφιέσεις, στην παράταση (διαιώνιση) του παιχνιδιού μέχρι και το γυμνό κόκαλο της μνήμης, δηλαδή ολόκληρη την ποιητική διαδικασία.
Το βιβλίο, που είναι οργανωμένο θεματικά σε πέντε κεφάλαια, χαρακτηρίζεται από μια νεανική ανεπιτήδευτη αφοβία που είναι απολαυστική, καθώς η Παυλίνα Μάρβιν εδώ δοκιμάζει ελεύθερα πολλούς τρόπους και είδη και υλικά γραφής: ποιήματα (ελεύθερα και με μέτρο), πεζά, μικρά και μεγαλύτερα που αφηγούνται παράδοξα και λοξά, πάντοτε όμως πράγματα στα οποία η συγγραφέας φαίνεται να μετέχει με πάθος, τα έχει παρατηρήσει από κοντά, τα φροντίζει και τα αναζητά, ακόμα και όταν εξακτινώνονται στις πέντε ηπείρους, στο μακρινό παρελθόν ή μόλις προχτές όταν ήμασταν παιδιά. Η πολυτροπία του βιβλίου δεν είναι τυχαία, αλλά μια τολμηρή δοκιμή-δοκιμασία-απόπειρα και μαθητεία, της οποίας το ρίσκο και η αποτυχία ακόμα είναι υπόσχεση για τη συνέχεια.
Η ευρυχωρία που δημιουργεί τής επιτρέπει να τολμήσει να δει πολύ πιο μακριά απ’ ό,τι ο «κόσμος της» της κανονικά θα περιλάμβανε. Όμως αυτή είναι και η φύση της τέχνης, η διεύρυνση δηλαδή του χώρου που έχουμε στη διάθεσή μας για να διαβαίνουμε, να σκεφτόμαστε, να ανασαίνουμε.
Ο κόσμος του βιβλίου της Παυλίνας Μάρβιν είναι πυκνά κατοικημένος από πλάσματα που μοιάζει να τα συνέχει ένας κοινός ιστός, ένα κοινό σώμα του οποίου αποτελούν μέρη αδιαχώριστα, ακόμα και όταν περιλαμβάνει τη δολοφόνο Άννα Έμπελερ από το μακρινό 1669, το παιδικό όνειρο του Νέρωνα, ή επινοημένους χαρακτήρες, όπως την Ουκρανή ιστορικό Γκαλίνα ή την Τσέχα Νταρίνα Πελέντοβα.
Υπάρχουν οικείοι νεκροί, ζώα και άνθρωποι, όπως στα ποιήματα της ενότητας «Γεια σου γιαγιά», και χαμένοι παιδικοί φίλοι, ο Δεκέμβριος του «Νοσόκοσμου» και ο Ιάκωβος από την «Ιδιόλεκτο» και ανολοκλήρωτα ποιήματα που μένουν πίσω. Στις ομώνυμες «Ιστορίες από όλο τον κόσμο μου», φανταστικοί ήρωες που κατοικούν σε μακρινούς τόπους προσπαθούν να γεφυρώσουν την απόσταση με τις λέξεις, να σκεφτούν πάνω στην πίστη, στον έρωτα, στον αποχωρισμό, στην υπόσχεση, κυρίως όμως να βρουν τρόπο να μιλήσουν, μιας και η ομιλία μοιάζει να είναι το ανέφικτο. Πράγματι, νομίζω πως το πιο κρίσιμο συγγραφικά στοιχείο μέσα στο βιβλίο είναι η διαμόρφωση αυτής ακριβώς της ιδιολέκτου, όπως και στο ομώνυμο πεζό, την οποία βρίσκει, ψηλαφεί και χάνει η Παυλίνα, φτιάχνοντας πολλές στιγμές μια γλωσσική και νοηματική ένταση κινούμενη στις παρυφές, ξυστά σχεδόν στη γλώσσα και τη σημασία, παράγοντας εκεί αυθεντικό ξάφνιασμα και λάμψη. Το υποδόριο χιούμορ της γραφής της, πλεγμένο σχεδόν σε κάθε κείμενό της διακριτικά και οργανικά, είναι σπάνιο και αξιοθαύμαστο συστατικό.
Τα ζώα μιλούν σοφά, όπως η νυχτερίδα στο μυστήρια μελαγχολικό «Το σύνηθες», τα ρούχα αυτονομούνται, περπατούν και νιώθουν κενά από σώμα στο παράδοξο και ονειρικό «Τα ρούχα του Παναγιώτη», και οι φίλοι επικοινωνούν κυτταρικά («Χειμώνας στο παλάτι»), ανταλλάσσουν ακόμα και τις αρρώστιες τους.
Είναι αρρώστια η νιότη; Περνάει ποτέ;
Δεν είναι τυχαίο που το βιβλίο τελειώνει με την εικόνα ενός πλαστικού γαντιού μέσα στα λασπόνερα, το οποίο γνέφει αντίο σε έναν κόσμο ασύνορης εγγύτητας, όπου η μνήμη ακόμα διατηρεί την προοπτική του ουρανού από την ύπτια θέση του βρέφους.

About isidorou

everyday life, daydreaming, critique,fragments and theories, impossibilities, practices,false strategies, city slang
%d