από την Παυλίνα Μάρβιν
«Ρομπέν χωρίς το δάσος, κάποιοι και χωρίς Μάριον»
Είναι πάντα «σκληρό να σκοντάφτεις σε πέτρες»; «Ναι», νομίζουμε πως απαντάει η ομώνυμη σύνθεση από ποιήματα, πεζά και θεατρικές μινιατούρες τής Λένιας Ζαφειροπούλου. Η ιστορία όμως ξαναγράφεται, όπως υποστηρίζει η ποιήτρια, η οποία, συν τοις άλλοις, μας προτρέπει, με τον τίτλο του δεύτερου κεφαλαίου της, τον οποίον και εφαρμόζει: «Γράψε τη συνέχεια της ιστορίας».
Και υπάρχει, άραγε, καμιά βοήθεια για το γράψιμο αν υποθέσουμε πως επιχειρούμε να ξαναγράψουμε την ιστορία με τις πέτρες, όσο, πάντως, αυτή –οπωσδήποτε, έτσι κι αλλιώς– ξαναγράφεται αενάως από μόνη της; Βεβαίως και υπάρχει – υπάρχουν βοήθειες μάλιστα, περισσότερες από μία. Αφενός οι προϋπάρχουσες αφηγήσεις της ιστορίας. Αφετέρου η πρόθεση και ο σκοπός του γράφοντος εκ νέου την ιστορία στο παρόν: «Σκεφθείτε. Σκεφθείτε αλήθεια σε διακόσια τριακόσια χρόνια έναν αιώνα τόσο προηγμένο όπου οι άνθρωποι θα μετρούν την κάθε λέξη ρίχνοντάς την σαν νόμισμα από το ένα χέρι στο άλλο», διαβάζουμε στο ποίημα «Σπουδή στον Τσέχωφ Ι» και αναθαρρούμε. Τρίτο και σπουδαιότερο –εννοώντας: από τα δώρα που μας προσφέρει τούτο το βιβλίο– η συνάντησή μας, και τα αποτελέσματά της, με γενναίους αφηγητές και πρωταγωνιστές της ιστορίας, όπως ο Τσέχωφ, ο Άμλετ, ο Ιεζεκιήλ, η Κοπέλλια, ο Ιπτάμενος Ολλανδός, η Ζιζέλ, οι Γκριμ.
Είναι φανερό πως οι προαναφερθέντες συναντήθηκαν επανειλημμένως με τη Λένια Ζαφειροπούλου. Πιθανολογούμε ακόμη πως κάποιοι εξ αυτών ήρθαν σ’ επαφή για πρώτη φορά μεταξύ τους χάρη σ’ εκείνη. Η ποιήτρια, ως «ταχυδακτυλουργός που θα μπερδέψει τα ανοιχτά βιβλία της κρίσης», κατορθώνει να μιλήσει μαζί τους γι’ αυτήν την πέμπτη πράξη σαιξπηρικού δράματος, που «παίζεται και ξαναπαίζεται», και στη δική μας ζωή, «εδώ και χρόνια».
Είναι, άραγε, εύκολο να ξαναπεί κανείς τη χιλιοειπωμένη, απολύτως αληθινή και ενίοτε παρεξηγημένη ιστορία του ανθρώπου που «σκοντάφτει σε πέτρες»; Καθόλου εύκολο, όπως άλλωστε διαβάζουμε και στο ποίημα «Σπουδή στον Τσέχωφ ΙΙ», αφού «Ποιος άγιος με λευκή γενειάδα θα τολμήσει/ Τη νύχτα να χωθεί/ Ανάμεσα σε νάνους με αξίνες/ Και σε Αφροδίτες που ξερνούν στο συντριβάνι». Για να ειπωθεί εκ νέου η ιστορία, είναι απαραίτητο να βιωθεί ή να ιδωθεί απ’ την αρχή.
Η Λένια Ζαφειροπούλου είναι, ευτυχώς, τολμηρή: Επισκέπτεται προσωπικότητες πεντακοσίων χρόνων, ενίοτε και χιλιάδων ετών, κατορθώνοντας να αποφορτίσει τη συνάντηση μαζί τους από τις προκαταλήψεις που τις παραμορφώνουν στο πέρασμα των αιώνων. Τις συναντά, θα λέγαμε, από ανάγκη, και υποψιαζόμαστε βάσιμα πως εκείνες αισθάνονται χρήσιμες συνομιλήτριες: Η ποιήτρια με καθαρό βλέμμα διαλέγει και, κυρίως, δημιουργεί δυναμικές που ανασυστήνουν τις ιστορίες τους, ώστε οι τάχατες γνωστοί αλλά μάλλον μόνο γνώριμοι, και πιθανότατα παραμελημένοι, αν όχι εγκαταλελειμμένοι, ήρωες κλασικών έργων να βρουν τη θέση τους στο σημερινό δράμα, ώστε να καταστούν γενναιόδωροι στο παρόν: «Για θεραπεία/ Θα συζητήσουμε μες στις επόμενες ημέρες/ Είπαν όλοι μαζί/ Και βγήκαν απ’ το θάλαμο».
Είναι, πράγματι, σκληρό να σκοντάφτεις σε πέτρες – ίσως λιγότερο σκληρό, αν κάποιος βρεθεί να τραγουδήσει τον πόνο σου. Η βαθιά σχέση της Λένιας Ζαφειροπούλου με τη μουσική, ακόμη και στα πιο πεζολογικά της ποιήματα, δίνει φτερά στις λέξεις της και σπάνια τις αφήνει να αρκεστούν στο περπάτημα. Αυτό ωφελεί, αν μη τι άλλο, και τον αναγνώστη: Όσο κι αν βρίσκεται καθηλωμένος στις πέτρες ή και οδυνόμενος, εφόσον επιθυμήσει τη θέαση της εμπειρίας που η ποιήτρια προτείνει στο παρόν έργο της, θ’ αναγκαστεί να στραφεί προς τους αιθέρες, ψελλίζοντας κελαρυστά, πιθανώς, με τον δικό του σκοπό, τον στίχο του Η. Μ. Enzensberger, «Θερμές ευχαριστίες για τα σύννεφα…» (μτφρ. Γιώργος Πρεβεδουράκης).
Κι αυτό το τραγούδι είναι ένα τραγούδι δίχως ευκολίες. Η τέρψη, πόσω δε μάλλον η παραμυθία, δεν είναι δυνατή χωρίς πραγματική, προσεκτική και συγκεντρωμένη ανάγνωση-ακρόαση: «Η αγιότητα ξεμένει στη χρυσόσκονη/ Πίσω απ’ τα καντηλέρια της γωνίας/ Προσέξτε μην τ’ αναποδογυρίσετε/ Και δεν μπορείτε να πληρώσετε γι’ αυτήν», μας προειδοποιεί η ποιήτρια. Κι ακόμη, μας απελευθερώνει: «Τώρα η κατάρα πάνω μας/ Μην είστε μόνο αυτό που είστε/ Τείνετε σ’ όλα όσα δεν είστε επ’ άπειρον». Για να προβούμε ακόμη και ως «Ρομπέν χωρίς το δάσος, κάποιοι και χωρίς Μάριον», σε μια πραγματική αναμέτρηση με τις πέτρες και με όλους μας τους εαυτούς.