Νίκος Βιολάρης, Κανείς καιρός

(4 ποιήματα)
Οι συγγενείς
Προχθές τη νύχτα απάντησα τρεις κωμικούς συγγενείς μου. Όλοι φορούσαν ρούχα μεταξωτά και κανείς τους δεν με γνώριζε. Βέβαια, στην πραγματικότητα ούτε ποτέ είχαν ξανακούσει το όνομά μου, όμως οι συγγενείς μου με αγκάλιασαν, με φίλησαν, δώρα μου χάρισαν από αυτά που χαρίζουν στα παιδιά οι παρδαλοί, αργόσχολοι νονοί τους. Οι συγγενείς μου αυτοί ήταν ο άνεμος με το αριστοκρατικό, χαριτωμένο μα φθαρμένο του παλτό, μια κάμπια που είχε ξοφλήσει ως πεταλούδα -ή μάλλον δε μεταμορφώθηκε ποτέ- και, τέλος, γεροντότερη από όλους, μια ομίχλη. Η τελευταία αυτή ιδιαιτέρως με λάτρεψε τόσο, που ήθελε σώνει και καλά να με υιοθετήσει κι εντός της για πάντα να με εγκλείσει, κι όλο με σύστηνε στους αγνώστους ως τέκνο δικό της, ως τάχα μυθικό, θλιμμένο οδοιπόρο. Περιττό να αναφέρω πως αρνήθηκα οποιαδήποτε συγγένεια μαζί τους, παριστάνοντας μάλιστα επιτυχώς τον προσβεβλημένο, και ευθύς τάχυνα το βήμα μου, έως ότου χάθηκαν και οι τρεις από τη ματιά μου. Πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να ομολογήσω πως με κατέλαβαν τύψεις και κατόπιν ένα αλλόκοτο είδος συγκίνησης μόλις στο οικείο, ανιαρό μου δώμα γύριζα, γιατί κι εγώ αισθανόμουν ό,τι ακριβώς κι εκείνοι.

>>>>>

About isidorou

everyday life, daydreaming, critique,fragments and theories, impossibilities, practices,false strategies, city slang
%d bloggers like this: