(απόσπασμα)
ΙΙΙ.
Τι θέλησα να πω
και το είπα έτσι άστοχα;
Στο στήθος ένα καμπάνισμα λεπτό
ένα τριζόνι στρυφνό και γνώριμο.
Το αόρατο πληκτρολόγιο του ανθρώπινου μυαλού
θέλει να θεσπίζει πάντα
κάτι μοναδικό
μεγαλειώδες.
Μέσα στον αξιοθρήνητο κήπο του
κουρέλια λέξεων
σώματα αλειμμένα με λάδι
αδρανή υλικά
σε μια συνθήκη εφάμιλλη
ζωής-χωρίς-να-ζεις.
Το ετοιμοπαράδοτο πνεύμα τους
οι αναθυμιάσεις της μονογαμικής εξάντλησής τους
με κάνουν να προτιμώ τον κόσμο
θολό
άδειο.
Γονατίζω δίπλα σου-
Τα δάκρυα τρέχουν.